Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

[127] Θανάσης Ανδρίτσος: Άνευ όρων και ορίων (Αμοργός, 1981)


[ΑΝΕΥ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΟΡΙΩΝ]


ΠΡΩΤΗ ΓΡΑΦΗ


Έγραψα ένα ποίημα
Γι' αυτούς που έπεσαν
Κι απόμειναν στο τέλος
Ολομόναχοι
Λησμονημένοι χωρίς επιτύμβιο
Χωρίς επικήδειο
Ούτε καν ένα λουλούδι

Όμως το ίδιο βράδυ που το είχα τελειώσει
Φως αναπάντεχο
Την ομίχλη του μυαλού μου διέλυσε

Οι νεκροί μας δεν ανέχονται όρια

Ψυχή μου
Πώς να περιορίσεις μες στις γνωστές διαστάσεις
Το ποίημα

Το 'καψα

Τώρα με καίει


*


ΤΡΙΤΗ ΓΡΑΦΗ


Αυτό το ποίημα
Ανήκει στους νεκρούς μας –
Δεν ανέχεται λέξεις

Είναι πιο πίσω
Κι απ' τα όρια
Της σιωπής


* * *


[ΤΡΙΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ]


ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ – Ο ΚΑΘ' ΗΜΕΡΑΝ ΗΘΟΠΟΙΟΣ


Χρόνια τώρα τυλίχτηκες ένα χιτώνα πορφυρό
Ένα σφαγμένο κατακόκκινο αίμα
Σε τσιμεντένιες πλατείες γονατίζεις
Μπροστά στους περαστικούς θεατές
Ανύποπτοι
Σε χειροκροτούν για το ρόλο
Του ρωμαίου εκατόνταρχου

Χρόνια τώρα του χιτώνα το ψέμα
Η αλήθεια ανάπηρη και το πηγμένο το αίμα
Πάνω στο δέρμα σου δεύτερο δέρμα


* * *


ΙΑΤΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΟ


Φαίνεται πως ράγισε ο αμφιβληστροειδής μου
Έτσι γύρω μου βλέπω κομμάτια


* * *


ΠΑΡΑΛΗΡΗΜΑ ΠΡΙΝ ΑΠ' ΤΟ ΤΕΛΟΣ


Πριν από μένα μίλησαν άλλοι με στίχους μεγάλους
Για στόχους ιδέες σημαίες και υψηλά παρόμοια – όμως εγώ
Θέλω το στίχο μου να 'χει το στίγμα του σαπισμένου μας
κόσμου το σπέρμα
Τώρα που ο φόνος αλυχτάει σα σκύλος στους δρόμους
Ενώ άλλοι κοιμούνται με καταναλωτικές ωτοασπίδες και άλλοι
Εφησυχάζουν στις ασφαλιστικές δικλείδες των συμβολαίων
που έκλεισαν
Με τους δολοφόνους τώρα που ο ήλιος κρέμεται στιμμένος
από κάθε ζωή
Πάνω από τα τσιμέντα ένα κουβάρι αίμα σκοτωμένο ο ήλιος
Τώρα που βεβαιώθηκα πως
Το μέλλον ανοίγεται στις ανοιγμένες πληγές
Και στο πύον τους –
Πώς να μιλήσω – δεν έχω άλλο να κάνω
Να επικαλεστώ μονάχα
Τον Εγκέλαδο

Η γη τρέμει σαν κεφάλι γριάς
Από πάρκινσον
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου