ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ
Οι φτωχοί αυτοί κρυώνουν
και μέσα στο όνειρό τους.
Οι φτωχοί τα καλύτερά τους
ρούχα δεν τα ’χουν δει,
τα φορούν όταν έχουν πια πεθάνει.
* * *
Η ΠΟΛΗ
Αχνίζει η πίσσα
και η άσφαλτος καίει.
Ψένει ο ήλιος το ψωμί του
στο τσιμεντένιο τηγάνι.
Αρτυμή οι ρύποι
στων κολασμένων το στόμα.
Η μοσχοβολιά της νύχτας
χάθηκε στο βάθος της μνήμης.
Οξύ το νερό σου
σκάβει την πέτρα.
Ιδρώνουν τα αρχαία ονόματα
στους κουρασμένους δρόμους.
Η πόλη αυτή
δεν είναι δική τους,
πώς να δραπετεύσουν
απ’ του ανθρώπου τη δόξα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου